“Μετά τα Μεσάνυχτα”
Δεν είναι σίγουρα μια εύκολη απόφαση να αντιπαρατεθεί κανείς με ένα θέμα όπως η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου και το πένθος, αλλά η νεαρή Τατιάνα Τζινιώλη δεν μπορεί να αντισταθεί στις προκλήσεις και όταν μία ιδέα της μπαίνει στο μυαλό, δεν μπορεί να μην υλοποιηθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Στη δεύτερο βιβλίο της σειράς Μανχάταν, ο Σεμπάστιαν και η Λέξι μάχονται με τα συναισθήματά τους, με την πραγματικότητα και τους δαίμονές τους σε ένα βιβλίο που μας κάνει να ελπίζουμε από την πρώτη λέξη μέχρι την τελευταία ότι ο έρωτας τελικά θα βγει νικητής. Ακριβώς στη μέση του καλοκαιριού, η ίδια μας μίλησε για όλα, εξηγώντας τα κίνητρα, την πορεία και τις προκλήσεις ενός βιβλίου ιδανικού για αυτές τις διακοπές.
Πώς αποφασίζει κανείς να διαπραγματευτεί συγγραφικά ένα τόσο δύσκολο θέμα όσο το πένθος; Ποιο ήταν το αρχικό κίνητρό σου όταν ξεκίνησες να γράφεις;�
Ήθελα πολύ να ασχοληθώ με ένα τέτοιο θέμα. Ιδιαίτερα βαρύ και ιδιαίτερα δύσκολο. Προσωπικά έχω έντονο τον φόβο του θανάτου και η διαχείριση ενός πένθους ήταν όσο πιο κοντά μπορούσα να φτάσω και να αγγίξω αυτόν τον φόβο μου. Η απώλεια είναι ένα συναίσθημα πολύ βαθύ που δε μπορείς να ξεπεράσεις πλήρως γιατί εκείνος που έχασες δε θα επιστρέψει ξανά, πάντα θα ζεις με αυτό λοιπόν. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση σε Ενεστώτα μου έδωσε τη δυνατότητα να έρθω πολύ κοντά, να πονέσω με τον Σεμπάστιαν και να περάσω τις ψυχολογικές διακυμάνσεις μαζί του. Αυτό άλλωστε δεν είναι η συγγραφή; Το να ζεις για λίγο στο μυαλό και το σώμα ενός άλλου ανθρώπου. Δεν είναι πάντα εύκολο, είναι όμως μαγικό.
Από που άντλησες την βαθύτερη γνώση του συναισθηματικού χάους που προκαλεί η απώλεια; Χρειάστηκε να κάνεις έρευνα;�Η έρευνα που έκανα ήταν για τα στάδια του πένθους αλλά και το τι συμβουλεύουν οι ψυχολόγοι (άλλωστε υπάρχει σημείο που αναφέρει και ο ίδιος πως είχε συμβουλευτεί έναν ψυχολόγο). Από εκεί και πέρα, με οδήγησε μόνος του ο χαρακτήρας στα πιο σκοτεινά μονοπάτια του.
Στην πορεία το φοβήθηκες ποτέ; Ένιωσες να σε καταβάλλει η θλίψη του Σεμπάστιαν, να σε ταράζει ο θυμός του;�Πιο πολύ με μελαγχόλησε να σου πω την αλήθεια. Δεν είχα τόσο θυμό, όσο θλίψη γι αυτό που περνούσε αλλά και που δε ζούσε όπως του άξιζε.
Το γνωστό χιούμορ που σε διακατέχει δεν μπόρεσε να μην εισχωρήσει και σε αυτό το βιβλίο. Έγινε αυθόρμητα ή σκόπιμα;�Νομίζω πως ήθελα πρώτα εγώ να περάσω όμορφα. Να κάνω μικρά διαλείμματα, να έχω ένα «αντίβαρο» της θλίψης του Σεμπάστιαν και αυτό ήταν η ενέργεια της Λέξι. Το φως που σβήνει το σκοτάδι.
Η αρχική φάση του friend zone αλλά και η φάση του friends with benefits ανάμεσα στον Σεμπάστιαν και τη Λέξι, δύο σύνθετους χαρακτήρες, αποτελεί πραγματική δοκιμασία για το άτομο που θέλει κάτι παραπάνω από τον «φίλο» του και περιγράφεται εξαιρετικά σε επίπεδο αφήγησης. Τι είναι πιστεύεις αυτό που περνάει τα ζευγάρια στην επόμενη φάση;
Νομίζω ό,τι οδηγεί δύο οποιουσδήποτε ανθρώπους να είναι μαζί. Η επιθυμία να είναι με τον άλλον συνέχεια και να τους λείπει όταν δεν είναι μαζί. Όπως και να ξεκινήσει μία σχέση, με όποια ταμπέλα, αυτό είναι που θα καθορίσει τη συνέχειά της. Κατά πόσο οι δύο τους ταιριάζουν και θέλουν να είναι μαζί καθημερινά και να περνάει καλά ο ένας με την παρέα του άλλου.
Η Λέξι είναι μια γυναίκα δυναμική, αυτόνομη και αυτόφωτη. Γιατί είναι άραγε τόσο ελκυστικοί σε επίπεδο συγγραφής και ανάγνωσης αυτοί οι γυναικείοι χαρακτήρες; Έχεις αισθανθεί ποτέ προσωπικά ότι πλάθοντας τέτοια πρόσωπα διαπλάθεις και το γυναικείο κοινό προς την πιο δυνατή εκδοχή του ή ίσως και τον εαυτό σου;
Μου αρέσουν αυτές οι γυναίκες. Εκείνες που κυνηγούν τα όνειρά τους, έχουν ισχυρά πιστεύω, είναι ανεξάρτητες και όπως είπες, αυτόφωτες. Οι χαρακτήρες μου είναι άτομα με τα οποία θα ήθελα να κάνω παρέα, ή κάνω παρέα κατά τη διάρκεια της συγγραφής τους, οπότε δε νομίζω πως θα μπορούσα να περάσω όμορφα με την παρέα κάποιας άλλης.
Η σταδιακή μεταμόρφωση των δύο χαρακτήρων είναι εντυπωσιακή. Μπορεί ο έρωτας τελικά να αλλάξει τον άνθρωπο; Είναι μια τόσο δυνατή συνθήκη;
Για να είμαι ειλικρινής δε νομίζω πως ο έρωτας μπορεί να αλλάξει κάποιον. Πιστεύω όμως πολύ στη δύναμη του timing. Τη στιγμή που θα βρεθούν δύο άνθρωποι και αν είναι η κατάλληλη, μπορεί ο ένας να δώσει πράγματα στον άλλον και αυτό να τους σχηματίσει. Δε θεωρώ λοιπόν πως είναι ο έρωτας που το κάνει αυτό, αλλά ένα άτομο. Άλλωστε, ο Σεμπάστιαν με τη Λέξι γνωρίζονταν αρκετά χρόνια, όμως χρειάστηκε εκείνη η σωστή συγκυρία. Να είναι και οι δύο διατεθειμένοι να ανοιχτούν, να αλλάξουν, να εμπιστευτούν. Αυτό αλλάζει κάποιον, όχι ένας έρωτας αλλά ένας άνθρωπος.
Το βιβλίο “Μετά τα Μεσάνυχτα, Μανχάταν #2”, όπως και το βιβλίο “Ένα βράδυ, Μανχάταν #1” κυκλοφορούν από τις Πρότυπες Εκδόσεις Πηγή.Περισσότερες πληροφορίες για την Τατιάνα και το συνολικό έργο της, μπορείτε να βρείτε στην επίσημη συγγραφική ιστοσελίδατης και στο facebook.