Ο Λευτέρης Κορδής, οι ήχοι της Μεσογείου και μια αγάπη για τη μουσική πέρα από σύνορα

 

Είναι άπειρα τα θέματα που μπορεί κανείς να συζητήσει με τον Λευτέρη Κορδή. Μεγαλωμένος σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον, έμαθε από νωρίς την τέχνη του συγκερασμού ήχων και επιδράσεων από διάφορες γωνιές του κόσμου, τέχνη που εφαρμόζει κατά την πορεία του ως φοιτητής στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο της Κέρκυρας μέχρι σήμερα, από την θέση του καθηγητή πλέον στο περίφημο Berklee College των ΗΠΑ. Καταρρίπτοντας με το τελευταίο του έργο Mediterrana τον αστικό μύθο που θέλει όσους διδάσκουν να ξεχνούν την δημιουργική διαδικασία, ο Λευτέρης Κορδής καταφέρνει να μας χαρίζει μοναδικούς για τις αισθήσεις μεσογειακούς ήχους και εμπειρίες και παράλληλα να μεταδίδει στους φοιτητές του μια ανθρώπινη ματιά επάνω στη μουσική ως μέσο επικοινωνίας και όχι αυτό-ανάδειξης. Απολαύστε τον!

Κύριε Κορδή, προτού μιλήσουμε για το τελευταίο σας project, Mediterrana, θα θέλατε να πούμε δυο λόγια για την πορεία σας μέχρι στιγμής; Με βάση την εμπειρία σας η διαδρομή μέχρι το Berklee μοιάζει σχεδόν αυτονόητη σίγουρα όμως έκρυβε πολλές δυσκολίες.

Η διαδρομή μέχρι τώρα, σίγουρα είχε πολλές προκλήσεις, αλλά όλο το ταξίδι μέχρι τώρα υπήρξε πολύ πλούσιο σε εμπειρίες, γνώσεις και χτίσιμο πανέμορφων καλλιτεχνικών και προσωπικών σχέσεων. Η διαδρομή αυτή δεν είναι ποτέ μοναχική. Από τα 4 μου που ξεκίνησα τα μαθήματα μουσικής, είχα πάντα την υποστήριξη των γονιών μου, πολλών σημαντικών δασκάλων, συνεργατών και της συντρόφου μου στη μουσική και τη ζωή. Καθοριστικό ρόλο έπαιξε το Μουσικό Γυμνάσιο και Λύκειο Παλλήνης, η καθηγήτρια πιάνου Εύα Στάνγκε στο Εθνικό Ωδείο και φυσικά το Τμήμα Μουσικών Σπουδών στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο με βασικό μου καθηγητή το Δήμο Δημητριάδη.

Το Project Mediterrana αποτελεί μια μουσική αφήγηση των πολλαπλών προσώπων της γυναικείας φιγούρας ανά τους αιώνες και τις παραδόσεις και είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τα προσωπικά σας βιώματα. Τι ήταν αυτό που σας έκανε να επιλέξετε την θεά Άρτεμη σαν σημείο αναφοράς;

Μου είναι λίγο δύσκολο να το περιγράψω με λόγια. Από μικρό παιδί έβλεπα τη γυναίκα ως ένα πλάσμα ιερό, ίσως την πιο φωτεινή μορφή ύπαρξης σε όλο το βασίλειο. Η Άρτεμις εκτός από θεά του κυνηγιού, ήταν και θεά του φωτός. Μια θεά πανέμορφη χωρίς ναρκισσισμό και λούσα, που ζει ανεξάρτητη και αυτάρκης μέσα στη φύση. Αποπνέει μια τρομερή ισορροπία από αρετές και χαρακτηριστικά όπως σοφία, ομορφιά, ευαισθησία, εργατικότητα, φιλοτιμία, αυτοπεποίθηση, άριστη φυσική κατάσταση, δημιουργικότητα και αλληλεγγύη προς όσους την χρειάζονται. Μέσα από την ιστορία κι αφηγήσεις έμαθα για τη γυναίκα του Βυζαντίου, του ’21, της Μικρασιατικής καταστροφής, της κατοχής. Τη Μεσόγεια γυναίκα που παραδοσιακά έχει τον πιο απαιτητικό ρόλο στην πνευματική και πρακτική λειτουργία της οικογένειας και κατ’ επέκταση της κοινωνίας. Τη γυναίκα ως γιαγιά, μάνα, κόρη. Τη γυναίκα ως σύντροφο και όχι ως κτήμα. Τη γυναίκα που μοιράζομαι τη ζωή μου μαζί της.

18049557_10156016458278098_388848450_o

Η ανάμειξη της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής με ήχους από τη Μικρά Ασία, την Ανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια και όλες τις επιρροές που επέφερε η ιστορία είναι κάτι που αναπαράγεται έντονα στο έργο σας. Υπάρχει τελικά μια κοινή «κλωστή» που ενώνει τη μουσική όλων αυτών των παραδόσεων που έχετε μελετήσει;

Ο κάθε τόπος έχει τις δικές του δονήσεις, ήχους, χρώματα, αρώματα. Με τον όρο τόπος δεν αναφέρομαι μόνο σε κράτη, αλλά και σε περιοχές που μπορεί να απέχουν πολύ μικρή απόσταση μεταξύ τους. Μεγάλωσα σε μια συνοικία με Μικρασιάτες πρόσφυγες, Αρβανίτες, Τούρκους, ρόμηδες.  Άκουγα ήχους από τραγούδια της Σμύρνης και της Καππαδοκίας, δημοτικά, ρεμπέτικα και λαϊκά. Μπροστά στο σπίτι της γιαγιάς μου είχε μια τεράστια αλάνα όπου στήνονταν πανηγύρια με συχνούς επισκέπτες μουσικούς όπως οι Γιώργος Κόρος, Μάκης Χριστοδουλόπουλος, Βάσω Χατζή και πολλοί άλλοι δημοτικοί. Πίσω από το σπίτι της γιαγιάς γίνονταν τριήμεροι τουρκικοί γάμοι. Στο δημοτικό σχολείο, μόλις χτύπαγε κουδούνι για διάλειμμα, έτρεχα κι αναποδογύριζα έναν τσίγκινο κάδο σκουπιδιών και παρακαλούσα ένα ρόμη συμμαθητή μου να μου παίζει ρυθμικά το τσιφτετέλι το γύφτικο. Ο ένας παππούς μου άκουγε μέρα-νύχτα Παπασιδέρη κι ο άλλος παππούς ήταν ψάλτης.

Θέλω να πω ότι ακόμα και σε απόσταση 30 μέτρων είχα μουσικές και πολιτισμικές εμπειρίες διαφορετικών παραδόσεων με πολλές ιδιαιτερότητες και πολλά κοινά. Από την άλλη, στοιχεία όπως οι μουσικοί ήχοι (ως τρόποι, κλίμακες, μακαμάτ), ρυθμοί, χοροί και έθιμα, μπορεί να είναι κοινά σε λαούς που βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση ή σε διαφορετικά κράτη. Είναι πολύπλοκο και πολυδιάστατο με ιστορικές, πολιτισμικές, τοπολογικές, εμπορικές ακόμα και τεχνολογικές προεκτάσεις. Σε καμία περίπτωση δεν δηλώνω ειδικός επί του θέματος. Ερευνώ κι εξερευνώ τις μουσικές παραδόσεις που αναφέρατε σαν να είμαι ένα 8χρονο παιδί που παίζει με τα τουβλάκια του χωρίς προκαταλήψεις και ιδεοληψίες. Σε αυτές τις παραδόσεις βρίσκω στοιχεία που αγγίζουν την ψυχή μου κι αυτό είναι η κινητήριος δύναμη στο να τα ψάχνω και να τα αναλύω βαθύτερα. Η ομορφιά δεν βρίσκεται μόνο στην ενοποιητική κλωστή, αλλά και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε τόπου και του κάθε εκτελεστή και συνθέτη.

Στο Berklee διδάσκετε στο Global Jazz Institute δίπλα σε θρύλους της τζαζ, όπως οι Joe Lovano, John Patitucci, Danilo Perez, Terry Lyne Carrington, Kenny Werner κ.α. Τι ακριβώς περιλαμβάνει το αντικείμενο της διδασκαλίας σας και ποιες είναι οι προκλήσεις του;

Πρόκειται για μια πολύ μικρή κοινότητα που αποτελείται από εξαιρετικά υψηλού επιπέδου μαθητές, οι οποίοι προέρχονται κυρίως από το χώρο της τζαζ, αλλά και της παραδοσιακής μουσικής του τόπου του καθενός. Οι καθηγητές έχουν και ρόλο μέντορα, δηλαδή προσωπική και βαθιά επικοινωνία με κάθε μαθητή. Ο ρόλος μας είναι να δούμε που βρίσκεται ο κάθε μαθητής και που μπορεί να πάει ως καλλιτέχνης και ως κοινωνικό ον. Δίνουμε μεγάλη έμφαση στην αυτοσχεδιαστική επικοινωνία, δηλαδή η μουσική κι ο αυτοσχεδιασμός να αποτελούν γέφυρες επικοινωνίας σε αντίθεση με την μοναχική επίδειξη ικανοτήτων. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούμε διαφορετικά είδη τεχνών, όπως πίνακες ζωγραφικής, ποίηση, έργα γλυπτικής και αρχιτεκτονικής. Στα μουσικά σύνολα που διδάσκω, χρησιμοποιώ αρκετά βουβές ταινίες, αγώνες μπάσκετ και μποξ, καθώς και αυτοσχεδιασμό αληθινών ιστοριών ή φαντασίας. Δεν υπάρχουν κανόνες και μέθοδοι που εφαρμόζονται παντού και σε όλους τους μαθητές. Εξαρτάται από το ποιους έχω μπροστά μου και τι ανάγκες έχουν ατομικά και συλλογικά και με βάση αυτό εφαρμόζω (αυτοσχεδιαστικά) παιδαγωγική, βασισμένη βέβαια σε προγενέστερη γνώση κι εμπειρία.

18052293_10156016456548098_1221753526_oΕπίσης, οργανώνουμε συναυλίες με κοινωνικό σκοπό σε ιδρύματα όπως γηροκομεία, φυλακές, ψυχιατρεία, νοσοκομεία κι ορφανοτροφεία. Έχω δει με τα μάτια μου ασθενείς σε καροτσάκια και μέσα σε 15 λεπτά να έχουν σηκωθεί και να χορεύουν λικνίζοντας τα κορμιά τους και να τραγουδούν. Σε άλλο περιστατικό σε φυλακή, οι μαθητές μας συνέλεξαν ποιήματα βαρυποινιτών, τα μελοποίησαν και κάνανε παραγωγή ενός δίσκου. Δεν φαντάζεστε το τι έγινε μόλις είδαν και άκουσαν το CD οι τρόφιμοι/ποιητές. Όλη αυτή η διαδικασία αφενός βοηθά στην προσφορά κοινωνικού έργου, αφετέρου μεταμορφώνει το μαθητή μουσικό από «επιδειξία» σε κάτι βαθύτερο, όπου η μουσική δεν είναι ο σκοπός, αλλά το μέσο επικοινωνίας με τους υπόλοιπους μουσικούς επί σκηνής καθώς και με το κοινό, είτε αυτό είναι το κοινό στο Carnegie Hall είτε είναι παιδάκια σε ένα ορφανοτροφείο. Η μουσική –κι επί του προκειμένου η Jazz και η παραδοσιακή- γίνεται μέσο θετικής επίδρασης στον άνθρωπο ατομικά και στην κοινωνία.

Η παιδαγωγική της τζαζ είναι ένα στοιχείο που σας ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Πόσο εύκολη είναι στην πράξη η διδασκαλία ενός αντικειμένου που βασίζεται τόσο στα ακούσματα, στον αυτοσχεδιασμό, στην διάθεση;

Είναι διαδικασία που για να πετύχει πρέπει ο δάσκαλος να μπορέσει να καταλάβει τον μαθητή που έχει μπροστά του ως άνθρωπο, ως πνεύμα, ως μουσικό. Να καταλάβει που βρίσκεται, να τον αφουγκραστεί προσεκτικά και με διορατικότητα να μπορέσει να δείξει πιθανούς δρόμους. Οι περισσότεροι μαθητές μου, μου λένε συχνά ότι τα μαθήματα μουσικής αποτελούν ένα είδος θεραπείας, αυτογνωσίας και μέσο επικοινωνίας. Κάπως έτσι συνειδητοποιούν τους λόγους για τους οποίους πρέπει να μελετούν ώστε να αποκτήσουν ισχυρές μουσικές βάσεις, όπως είναι ο ρυθμός,  η εξάσκηση του αυτιού, η τεχνική του οργάνου, η σύνθεση, και φυσικά η ιστορία της μουσικής η οποία δεν διδάσκει μόνο γεγονότα και στιλιστικές ιδιαιτερότητες, αλλά αγγίζει κοινωνικοπολιτικά και ηθοπλαστικά ζητήματα. Η ιδιαιτερότητα της παιδαγωγικής της τζαζ έγκειται στο γεγονός ότι υπάρχει μια μουσική γλώσσα που εξελίχθηκε μέσα από το αλληλοσυμπλήρωμα μουσικών παραδόσεων κι αλληλεπίδρασης εξαιρετικών μουσικών προσώπων. Νιώθω ότι ο καλλιτέχνης/παιδαγωγός πρέπει να έχει στο μυαλό του ότι είναι συνεχιστής αυτής της ιδέας στον 21ο αιώνα. Δηλαδή, να μελετάει το παρελθόν και ταυτόχρονα να παράγει ο ίδιος και οι μαθητές του καινούργιες μουσικές γλώσσες και κυρίως να δημιουργεί καινούργιες κοινότητες.

Πώς αντιλαμβάνεστε την μουσική σκηνή στην Ελλάδα; Αν μπορούσατε να της κάνετε ένα δώρο ποιο θα ήταν αυτό, πέραν από το επόμενο Aqua Jazz;

Η μουσική σκηνή στην Ελλάδα πάντα ήταν και είναι πολύ πλούσια σε μελωδίες, χρώματα, χορούς, στίχο, μα κυρίως πολύ πλούσια σε συνθέτες, οργανοπαίκτες, τραγουδιστές. Η δημοτική μας μουσική έχει τεράστιο πλούτο. Δεν αποτελεί μόνο πολιτιστική μας ρίζα, αλλά πιστεύω ότι είναι εξαιρετική μουσική, κεντημένη από εξαιρετικούς μερακλήδες μάστορες που γράφανε και τραγουδούσαν με την τεχνική τους και κυρίως με την ψυχή τους. Το ένστικτο μου μου λέει ότι οι ρίζες μας θα μας φωτίζουν το δρόμο προς τα εμπρός με ένα τρόπο φυσικό, βιωματικό, χωρίς να επισκιάζουν. Σήμερα υπάρχουν πάρα πολλοί Έλληνες μουσικοί, οι οποίοι παράγουν εξαιρετική μουσική με τέχνη κι ευαισθησία, αλλά και αναφορές στις ρίζες. Εάν μου επιτρέπετε θα ήθελα να αναφέρω ενδεικτικά κάποιoυς μουσικούς της γενιάς μου. Χάρης Λαμπράκης, Παναγιώτης Λάλεζας, Παναγιώτα Χαλουλάκου, Πέτρος Κλαμπάνης, Σωκράτης Σινόπουλος, Μιχάλης Καταχανάς, Μάρθα Μαυροειδή, Βασίλης Κώστας, και πάρα πολλοί ακόμη.

aqua3

Το Aqua Jazz που αναφέρατε είναι ένα πρόγραμμα που ξεκινήσαμε πριν περίπου 2 χρόνια με τον σαξοφωνίστα και καθηγητή του Ιονίου Πανεπιστημίου Δήμο Δημητριάδη. Με μουσικοπαιδαγωγικούς τρόπους φέρνουμε στο ίδιο τραπέζι μαθητευόμενους μουσικούς από το χώρο της Jazz και αυτοσχεδιαζόμενης μουσικής με επίσης μαθητευόμενους δημοτικούς/παραδοσιακούς μουσικούς. Το αποτέλεσμα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Η μουσική δεν είναι μια «σούπα» jazz και παράδοσης, αλλά ένας ήχος όπου είναι διακριτές οι προϋπάρχουσες αναφορές και ταυτόχρονα ακούγεται κάτι που θα το έλεγα μοναδικό έως και πρωτοποριακό. Προσπαθούμε το επόμενο Aqua Jazz να πάρει διαστάσεις σε μεσογειακό επίπεδο, γι’ αυτό άλλωστε ονομάστηκε κι έτσι. Η jazz σε συνδυασμό με την παραδοσιακή μουσική μπορούν να αποτελέσουν εργαλείο πολιτιστικής ανταλλαγής, διπλωματίας χωρίς λόγια και πάνω απ’ όλα αρμονικής συνύπαρξης.

Περισσότερες πληροφορίες για τον Λευτέρη Κορδή μπορείτε να αναζητήσετε στην προσωπική ιστοσελίδα του 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ