Με το βλέμμα στραμμένο στην Αθήνα του ’50, ο σχεδιαστής κοστουμιών Νίκος Χαρλαύτης ντύνει με φαντασία και ρομαντισμό μία από τις πιο πολυσυζητημένες θεατρικές παραστάσεις της σεζόν, την «Μαντάμ Σουσου» και μας μιλάει σε ένα Small Talk για τις πηγές της έμπνευσής του και… πολλά ακόμη!
Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τον σχεδιασμό κοστουμιών; Παρακολουθούσα παραστάσεις που στα παιδικά μου μάτια φάνταζαν μαγικές. Μ’ εντυπωσίαζαν κυρίως τα κοστούμια, έτσι, παράλληλα με τις σπουδές μου στη Νομική, αποφάσισα να σπουδάσω σχέδιο σχετικά με αυτό.
Μπορείτε να ξεχωρίσετε ένα στοιχείο που αγαπάτε περισσότερο σε αυτή τη δουλειά; Η ίδια η δημιουργία σχεδίων. Η επαφή με το χαρτί και τα χρώματα, με σκοπό την αναζήτηση των κατάλληλων ενδυμάτων, μέσα από τα οποία θα αναδειχθούν οι χαρακτήρες του έργου.
Ποια είναι η πηγή της έμπνευσής σας; Το έργο και η εποχή του. Επιδιώκω ωστόσο, τα σχέδιά μου να έχουν μία διαχρονικότητα. Επομένως, αφού ερευνήσω την χρονική περίοδο, μέσα στην οποία εντάσσεται η δράση, και έχοντας συγκεντρώσει ποικίλες πληροφορίες, προσπαθώ να μεταφέρω το άρωμα της εποχής στον θεατή, χωρίς αυτός να εισπράττει ένα «μουσειακό» αποτέλεσμα.
Στυλ για εσάς είναι: Αυτό το κάτι ξεχωριστό που εκπέμπει ένας άνθρωπος, όχι μόνο με τις ενδυματολογικές επιλογές του, αλλά και με τον τρόπο που εκφράζεται, ζει, κινείται. Αν πάντως καταφέρνει να γίνεται αντικείμενο αντιγραφής ή αναθέματος, τότε σίγουρα δεν έχει περάσει απαρατήρητος! Το στυλ, σε κάθε περίπτωση, δεν εξαρτάται από επιταγές της μόδας ή υψηλές δαπάνες για την απόκτησή του, και βέβαια δεν περιορίζεται μόνο στα φορούμενα.
Τι σας γοήτευσε περισσότερο στο έργο «Μαντάμ Σουσού;» Η διαχρονικότητα του κειμένου και της ηρωίδας του Δ. Ψαθά. Δεν είναι τυχαίο ότι λέξεις όπως «Σουσουδισμός» ή «Σουσουδίζει» έχουν ενταχθεί στο λεξιλόγιό μας. Με την χρήση τους και μόνο δίνει κανείς καλύτερα το στίγμα μιας κατάστασης ή ενός χαρακτήρα, απ΄ ότι θα κατάφερνε μέσα από ποικίλες αναλύσεις.
Η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίσατε; Να μην παρουσιαστεί στο σήμερα η «Μαντάμ Σουσού» ως μια γραφική φιγούρα βγαλμένη από τη δεκαετία του ‘50, αλλά ως μια γυναίκα με ιδιαίτερο στυλ, που ζούσε για να ξεχωρίζει από τους γύρω της, είτε στον Μπύθουλα, είτε στο Κολωνάκι. Και όλα αυτά, χωρίς να παρακάμπτονται τα κωμικά στοιχεία του ρόλου. Θα ήθελα όμως σε αυτό το σημείο να ευχαριστήσω και την κυρία Ευαγγελία Πανολιάσκου, η οποία υπηρετεί χρόνια την υψηλή ραπτική στην Αθήνα. Τα σχέδια των κουστουμιών της Δήμητρας Παπαδοπούλου (Μαντάμ Σουσού) υλοποιήθηκαν στο atelier της με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και το αποτέλεσμα δεν θα ήταν το ίδιο, εάν και εκείνη δεν είχε συμβάλλει με την τέχνη της.
Τι κάνει την Αθήνα του ’50 τόσο μαγευτική; Το ότι πολλοί δεν την έχουμε βιώσει και τροφοδοτούμε την φαντασία μας μέσα από ασπρόμαυρες ταινίες ή φωτογραφίες. Πάντως, ως προς το ντύσιμο και ανεξάρτητα από κοινωνική τάξη, υπήρχε κομψότητα και ένας σεβασμός , ανάλογα με την περίσταση ή τον χώρο που κινούνταν οι Αθηναίοι. Για παράδειγμα, παρατηρώντας εικόνες από θέατρα, κέντρα ή εκδηλώσεις της εποχής, διαπιστώνει κάποιος εύκολα ότι όλοι φρόντιζαν να είναι καλοντυμένοι και με αξεσουάρ όπως γάντια, καπέλα κλπ. Οι κυρίες εμφανίζονταν με όμορφα ραμμένα φορέματα που τόνιζαν την θηλυκότητά τους –ελάχιστα «έτοιμα» ρούχα υπήρχαν τότε-, ενώ οι άνδρες ήταν πάντα κουστουμαρισμένοι, καλοξυρισμένοι, με γραβάτα απαραιτήτως. Και όλοι με αληθινά χαμόγελα να φωτίζουν τα πρόσωπά τους.
Η μεγαλύτερή σας επιτυχία μέχρι σήμερα; Να κάνω κάτι το οποίο αγαπώ πολύ, με τον τρόπο που έχω επιλέξει.
Υπάρχει κάποια παράσταση που ονειρεύεστε να «ντύσετε»; Η «Λεωφόρος της Δύσης» (Sunset Boulevard). Θα ήταν μεγάλη χαρά να σχεδιάσω τα κοστούμια σε κάποιο διεθνές μιούζικαλ «κατά την γέννησή του», όπου δεν θα υπάρχει προηγούμενο «δείγμα γραφής».
Στέκι σας είναι: Οπουδήποτε βρίσκονται φίλοι κι αγαπημένα πρόσωπα. Φέτος το «Foyer» του θεάτρου Παλλάς!
Φίλος σας μπορεί να γίνει όποιος: Διαθέτει τον χρόνο για κάτι τέτοιο.
Καλύτερη στιγμή της ημέρας: Νωρίς το πρωί. Όταν η μέρα ξεκινάει.
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο τεύχος Δεκεμβρίου του περιοδικού Beauté