Ανάποδα εξελίχθηκε η σκέψη που αποτέλεσε την αφετηρία του σημερινού editorial, αλλά αντίστροφη ήταν και η πηγή της, μια που την έμπνευση δεν έδωσε κάποια προσωπική εμπειρία ή ένα συναίσθημα, αλλά η παρατήρηση. Από έξω προς τα μέσα, λοιπόν, και κανένα πρόβλημα δεν υπάρχει με αυτό. Ίσα – ίσα είναι τόσο ανακουφιστικό να σταματά κανείς που και που την ομφαλοσκόπηση, και να κοιτάζει λίγο γύρω του.
Παρατηρώντας και συζητώντας και εγώ αυτό το φθινόπωρο του 2016 που τώρα βρίσκεται στα μέσα του, σημείωσα κάτι αξιοπερίεργο. Ενώ πολλοί από εμάς έχουμε βρει πλέον μετά από κόπους ετών τις διεξόδους μας από την καθημερινότητα της κρίσης, τα αντίδοτα αν θέλετε, είτε με τη μορφή της δημιουργικότητας, των στενότερων ανθρώπινων σχέσεων, των νέων αξιακών συστημάτων, πέφτουμε ξανά και ξανά στην ίδια παγίδα.
Θέλοντας ίσως να παραμείνουμε ρεαλιστές και προσγειωμένοι, δεν παραλείπουμε να πετάμε πάνω κάθε συζήτηση για το σήμερα και το αύριο μια “βρεγμένη πετσέτα”, όπως λένε και οι Άγγλοι, για να μετριάζουμε τον δικό μας ενθουσιασμό αλλά και των συνομιλητών μας.
“Πήρα επιτέλους την επιδότηση για να ανοίξω το μαγαζί που ήθελα. Να δούμε τώρα πόσο γρήγορα θα μου τελειώσουν τα λεφτά.”
“Μου είπε ο αδερφός μου ότι πέρασε στον διαγωνισμό για την υπηρεσία που ήθελε. Εκτός βέβαια αν γίνουν εκλογές, οπότε όλα αυτά θα είναι άκυρα.”
“Αύριο το βράδυ έχω το πρώτο ραντεβού με αυτό το παιδί που γνώρισα τις προάλλες, θυμάσαι που σου είχα πει; Είμαι περίεργη να δω τι πρόβλημα θα βγάλει και αυτός τόσο άτυχη που είμαι τελευταία.”
Πραγματικά, διαβάζοντας αυτές τις συζητήσεις, δεν αισθάνεστε ένα “κρίμα” να γεννιέται στο μυαλό σας; Είμαστε πια τόσο αποφασισμένοι να μην χάνουμε από τα μάτια μας το περίφημο δάσος που ξεχάσαμε εντελώς το δέντρο; Και πώς μπορεί μια αυθεντικά λογική νοητική επεξεργασία όπως αυτή να αποδειχθεί ίσως όχι και το πιο έξυπνο πράγμα που θα μπορούσαμε να κάνουμε;
Αλήθεια, δεν είναι κακό να είμαστε (προσ-)γειωμένοι.
Αλλά όταν το δάσος γύρω μας είναι κατά το ήμισυ καμένο, πόσο παραγωγικό και ενθαρρυντικό για την ψυχολογία μας είναι να κοιτάμε συνεχώς τα αποκαΐδια; Και αν το να κοιτάμε μόνο το πράσινο μέρος του μας φέρνει μελαγχολία για το υπόλοιπο που χάθηκε, γιατί δεν εστιάζουμε τουλάχιστον σε αυτό το ενδιάμεσο κομμάτι, αυτό με τις μικρές μύτες από τα έλατα που απλώνουν τις ρίζες τους σιγά-σιγά εκεί που τα φύτεψαν οι εθελοντές της αναδάσωσης (όσο εμείς θυμώναμε παρακολουθώντας ένα δελτίο ειδήσεων);
Και μαθηματικά να το πάρουμε, ακόμη και αν αυτή η αισιοδοξία αποδειχθεί ψευδής, δεν είναι καλύτερα να έχεις περάσει αθροιστικά περισσότερες ημέρες χαρούμενος παρά θλιμμένος περιμένοντας το αποτέλεσμα;
Τα δέντρα ανθίζουν γρηγορότερα όταν τα αγαπάς, και η ζωή μας επίσης…